ΒΙΚΟΣ: ΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ

ΒΙΚΟΣ

– Ένα σύντομο ιστορικό –

του Κώστα Ιωαννίδη, συντ. εκπαιδευτικού

Ο Βίκος είναι ένα από τα 46 χωριά του Ζαγορίου και ένας από τους σημαντικότερους προορισμούς της περιοχής και της Ηπείρου γενικότερα. Ο Βίκος πήρε το σημερινό όνομά του από την ομώνυμη χαράδρα, καθώς είναι το κατεξοχήν παρατηρητήριό της και αποτελεί ενιαίο φυσικό σύνολο με αυτή. Κατά την πιθανότερη εκδοχή, η λέξη «Βίκος» έχει σλαβική προέλευση και σημαίνει αντίλαλος. Η ετυμολογία αυτή φαίνεται αρκετά πειστική, αν αναλογιστεί κανείς ότι σε αρκετά σημεία της Χαράδρας κάποιος μπορεί να ακούσει τη φωνή του πολλές φορές. Μέχρι το 1950, η ονομασία του χωριού ήταν «Βετσικό», λέξη επίσης σλαβικής προέλευσης που σημαίνει βοσκότοπος.

Φωτογραφία του Κώστα Μπαλάφα στη θέση «Ράχη» του Βίκου

Το χωριό φέρεται να κατοικείται σταδιακά από πληθυσμούς που αναζητούσαν κυρίως ασφάλεια. Από την άποψη αυτή αποτελούσε ιδιαίτερα προνομιακό τόπο εγκατάστασης καθώς περιμετρικά περιβάλλεται από γκρεμούς και έχει μόνο μία είσοδο, η οποία μπορούσε να φυλαχθεί σχετικά εύκολα. Οι πολλές σπηλιές ολόγυρα και τα ανθρώπινα οστά που βρέθηκαν σε μία από αυτές κατά την εγκατάσταση του δικτύου ύδρευσης το 1968 είναι ενδείξεις ότι η περιοχή έχει πολύ μακρά ιστορία ανθρώπινης παρουσίας.

Αργότερα, ο Βίκος υπήρξε κατά βάση χωριό γεωργικό, όπως αποδεικνύει και η κεντρική του εκκλησία, η οποία είναι αφιερωμένη στον Άγιο Τρύφωνα, προστάτη των αμπελουργών. Ήταν επίσης τόπος εγκατάστασης ορισμένων από τους περίφημους «βικογιατρούς», πρακτικούς θεραπευτές που στηρίζονταν στη πλούσια χλωρίδα της Χαράδρας. Τα βότανα που συνέλεγαν οι βικογιατροί χρησιμοποιούνταν για τη θεραπεία μιας σειράς παθήσεων και υπήρξαν ιδιαίτερα δημοφιλή τον 19ο αιώνα. Οι κάτοικοι του Βίκου είχαν επίσης μια σχετικά αυτάρκη γεωργική οικονομία. Τα μικρά χωράφια, οι κήποι, τα αμπέλια και η κτηνοτροφία παρείχαν τα βασικά για τη συντήρηση των κατοίκων του χωριού.

Ο Βίκος είναι ένα χωρίο με σαφείς γεωγραφικούς περιορισμούς ως προς την οικιστική του επέκταση. Καθώς περιβάλλεται από γκρεμούς, δεν υπήρξε ποτέ ιδιαίτερα μεγάλο πληθυσμιακά και οικιστικά. Παρόλα αυτά, στην περίοδο της ακμής του, γύρω στα 1900, αριθμούσε περί τους 500 κατοίκους. Σχολείο, κατά τα πρότυπα των προνομίων που απολάμβανε το Ζαγόρι στη περίοδο της Τουρκοκρατίας, λειτούργησε στο Βίκο από το 1800, σύμφωνα με το τοπικό χρονικό «Τα Β’νίσια Χαμπέρια» του Βασίλη Φανίτσιου.

Φωτογραφία του Κώστα Μπαλάφα στην κεντρική πλατεία του Βίκου

Η αποδημία των κατοίκων του, κυρίως κατά τον 18ο αιώνα, ακολούθησε το γενικό ρεύμα ολόκληρου του Ζαγορίου. Σερβία, Ελβετία, Αίγυπτος και Ρουμανία ήταν ανάμεσα στις περιοχές που φιλοξένησαν τις επιχειρηματικές και άλλες δραστηριότητες των απόδημων κατοίκων του Βίκου. Στην πόλη των Σερρών οι Βιτσκιώτες διατηρούσαν φούρνους, όπου εργάζονταν πολλές οικογένειες. Με τον πλούτο που έφερε η αποδημία κατασκευάστηκαν μεγάλες κατοικίες («Στεφανάτικο», «Ντινουλάτικο», «Παπανικολάου», «Οικονόμου»), καθώς και σχολείο στη κεντρική πλατεία του χωριού. Το σχολείο αυτό βρίσκονταν αντιδιαμετρικά του σημερινού σχολικού κτηρίου και είχε μεγάλους χώρους, γραφείο, ξενώνα και στάβλο στο υπόγειο. Τα ερείπια του σχολείου αυτού διατηρούνταν έως πρόσφατα πίσω από τη βρύση της κεντρικής πλατείας. Σε έναν από τους απόδημους Βιτσικιώτες των Σερρών οφείλεται και ένα σημαντικό ευεργέτημα προς το σχολείο και τους νέους του Βίκου. Ο Μαρίνος Παπανικολάου, ιδιοκτήτης φούρνου, αφιέρωσε όλα τα μελλοντικά εισοδήματα από την ακίνητη περιουσία που απέκτησε στις Σέρρες στην στήριξη της εκπαίδευσης στον τόπο που γεννήθηκε. Δυστυχώς, μετά το κλείσιμο του σχολείου στο Βίκο, η διαχείριση και αξιοποίηση των εσόδων αυτών έγινε εξαιρετικά ασαφής.

Το 1922, ο Βίκος εγκαταλείφθηκε μαζικά λόγω βεντέτας τιμής. Η βεντέτα αυτή, που είχε αρχίσει 5 περίπου χρόνια νωρίτερα, είχε 5 θύματα και αναστάτωσε σημαντικά την κοινωνική ζωή του χωριού. Οι περισσότερες από τις οικογένειες που εγκατέλειψαν την περίοδο εκείνη το Βίκο εγκαταστάθηκαν στις Σέρρες, όπου, όπως προαναφέρθηκε, πολλοί κάτοικοι του Βίκου διατηρούσαν φούρνους.

Η μαζική αυτή μετανάστευση υπήρξε σημείο καμπής για τη σύγχρονη ιστορία του Βίκου, καθώς άλλαξε άρδην η πληθυσμιακή και κοινωνική του δομή. Έκτοτε, οι εναπομείναντες κάτοικοι προσπάθησαν να διατηρήσουν ό,τι επέμεινε: χτίσθηκε νέο σχολείο, που λειτούργησε αρκετές δεκαετίες, συντηρήθηκε ο Άγιος Τρύφωνας, το μοναστήρι της Παναγίας της Χαράδρας και το ξωκλήσι του Αϊ-Γιάννη. Από τα χαρακτηριστικά μνημεία που δεν κατάφεραν να επιβιώσουν το πέρασμα του χρόνου αξίζει να αναφερθεί η όμορφη βρύση του Νταβέλη («Πάνω-Πήγαδο»), η οποία σκεπάστηκε με μπάζα κατά τη διάνοιξη του αμαξιτού δρόμου προς το χωριό.

Φωτογραφία του Κώστα Μπαλάφα στην κεντρική πλατεία του Βίκου

Αποτέλεσμα της μαζικής εγκατάλειψης του 1922 ήταν η διοικητική συνένωση του Βίκου με την Κοινότητα Αρίστης κατά το ίδιο έτος. Η εξέλιξη αυτή σήμανε ουσιαστικά την απώλεια της δυνατότητας αυτοδιοίκησης για το Βίκο και την τεχνιτή ένωση των υποθέσεών του με ένα χωριό με διαφορετικά χαρακτηριστικά, ανάγκες και προτεραιότητες. Ακόμα και σήμερα, μετά τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις του «Καλλικράτη», ο Βίκος αποτελεί ενιαίο δημοτικό διαμέρισμα με την Αρίστη, στα πλαίσια του Δήμου Ζαγορίου. Σε κάθε περίπτωση, η διοίκηση του Βίκου ακολούθησε τη συνολική πορεία του Ζαγορίου στον τομέα αυτό: η μαζική μετανάστευση του 1950-1960 μετέβαλε τόσο ριζικά τα κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά της περιοχής, ώστε και η αυτοδιοίκηση να ακολουθήσει γενικά μια πορεία παρακμής. Η κοινωνία που ανέπτυξε και συντήρησε το εκπληκτικό αυτοδιοικητικό φαινόμενο του 19ου αιώνα στο Ζαγόρι έπαψε σταδιακά να υπάρχει.

Στο πλαίσιο της αυτοδιοίκησης του Βίκου, ιδιαίτερη αναφορά αρμόζει στην «Αδελφότητα Βίκου», η οποία ιδρύθηκε το 1873 και ανασυστάθηκε το 1980. Με πρωτοβουλία της Αδελφότητας έγιναν σημαντικά έργα υποδομής στο Βίκο: επισκευάστηκε το καλντερίμι της Χαράδρας, κτίσθηκε η θολωτή βρύση στην είσοδο του χωριού και η βρύση στη θέση «Πλύμα», πρωτοπλακοστρώθηκε η κεντρική πλατεία και άλλα. Η Αδελφότητα διοργανώνει επίσης σχεδόν κάθε χρόνο το ετήσιο πανηγύρι του χωριού προς τιμήν της Παναγίας της Χαράδρας.

Τα τελευταία χρόνια, ο Βίκος έχει εισέλθει σε ένα νέο στάδιο της ιστορίας του. Χάρη στη μοναδική θέση του, στην είσοδο της Χαράδρας του Βίκου, έχει αναχθεί σε σημείο αναφοράς για το Ζαγόρι. Η ανάπτυξη των τουριστικών υπηρεσιών στη περιοχή και η σημαντική αύξηση των επισκέψεων από την Ελλάδα και ολόκληρο τον κόσμο, έχει μετατρέψει τον Βίκο σε έναν από τους σημαντικότερους τουριστικούς κόμβους για το Ζαγόρι και την Ήπειρο.

Από τη στρατηγική θέση που κατέχει ο Βίκος, ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει τις ορθοπλαγιές της Αστράκα-Γκοβοστίτσας βορειοανατολικά, και του Στούρου, πιο νότια. Ο ορίζοντας είναι σχεδόν απέραντος, φτάνοντας μέχρι τη Νεμέρτσικα και το Πωγώνι στα δυτικά, την Κούλα-Ραδόβολη στα βόρεια και την ιστορική Γκραμπάλα στα νοτιοδυτικά.

Ιδιαίτερης αναφοράς αξίζει εδώ η σχεδόν μεταφυσική εικόνα της Ευαγγελίστριας, που έχει σχηματιστεί με φυσικό τρόπο στον απόκρημνο βράχο μπροστά από το παρατηρητήριο «Ράχη» καθώς και το μικρό μοναστήρι της Παναγίας (1763), δίπλα στις πηγές του Βοϊδομάτη, ενός από τα καθαρότερα ποτάμια της Ευρώπης. Ο επισκέπτης μπορεί να φτάσει εκεί πεζοπορώντας για 40΄ περίπου πάνω σε ένα καλντερίμι αιώνων. Φτάνοντας στις πηγές, θα αποζημιωθεί νιώθωντας τη δύναμη των ορμητικών νερών που βγαίνουν από τα σπλάχνα των φοβερών αυτών γκρεμών λες και εκτονώνονται υπερκόσμιες δυνάμεις. Πέρα από τις πηγες, ακολουθώντας το μονοπάτι Ο3, ο δρόμος οδηγεί σε 6 ώρες περίπου στο Μονοδένδρι, σε 7 ώρες στη Βίτσα και στο Γεφύρι του Κόκκορη.

Σχολιάστε

Website Powered by WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑